Logo
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ύποπτοι και Φίλοι - Απόσπασμα 10

-Λένα, εσύ είσαι; φώναξε ο Αλέξης, μα απάντηση δεν πήρε.
Προχωρούσε στα τυφλά όταν σχεδόν σκόνταψε πάνω σε κάτι που ένιωσε άψυχο αλλά ζεστό.
Γονάτισε για να μπορέσει να δει τι είναι.
Τα χέρια του ψηλάφισαν μια επιφάνεια οικεία προς την αφή του.
Αισθάνθηκε ένα κολλώδες υγρό κι ύστερα...
Για λίγα δευτερόλεπτα έμεινε χωρίς αναπνοή. Όταν συνήλθε δε μπορούσε να πιστέψει αυτό που αντίκρισε ανάμεσα στο σκοτάδι της άγριας εκείνης νύχτας.
Η Λένα βρισκόταν πεσμένη στο έδαφος αναίσθητη και αιμόφυρτη.
Ο Αλέξης διατηρώντας την ψυχραιμία του προσπάθησε να τη συνεφέρει αλλά μάταια.
Η κατάσταση της ήταν κρίσιμη. Έπρεπε να μεταφερθεί επειγόντως στο νοσοκομείο.
Ευτυχώς δεν άργησε να βρει σήμα στο κινητό του και κάλεσε το 166.
Δυσκολεύτηκε να προσδιορίσει την τοποθεσία και τελικά, βγήκε στον κεντρικό για να σταματήσει το ασθενοφόρο που έφτασε από το Παπαγεωργίου μέσα σ' ένα εικοσάλεπτο.
Τα πράγματα από 'κει και πέρα εξελίχθηκαν με μεγάλη ταχύτητα. Η αγωνία του Αλέξη ολοένα και μεγάλωνε μέχρι που κορυφώθηκε όταν βρέθηκε μόνος μέσα στο αυτοκίνητο με σκοπό ν' ακολουθήσει το ασθενοφόρο. Εκεί, ξέσπασε. Έκλαψε με λυγμούς. Βλασφήμησε την ώρα και τη στιγμή που μίλησε για χωρισμό. Την πλήγωσε με τον χειρότερο τρόπο και τώρα το πλήρωνε. Φοβόταν! Πολύ και για όλα!

***
Η νύχτα εκείνη κύλησε αργά και βασανιστικά για τον Αλέξη.
Δεν έκλεισε μάτι. Έτρεμε γι' αυτά που επρόκειτο ν' ακούσει από τους γιατρούς.
Και δυστυχώς, τα νέα δεν ήταν πολύ καλά. Η Λένα είχε δεχτεί επίθεση από έναν αδίστακτο άνθρωπο ο οποίος, όπως φάνηκε από την εξέταση, της είχε πιάσει γερά το κεφάλι και της το χτυπούσε στον κορμό ενός δέντρου. Εκτός από την σοβαρή αιμορραγία του κεφαλιού, κατά τη διάρκεια της πάλης κατάφερε να της σπάσει το χέρι και τα πλευρά της αριστερής μεριάς.
Οι γιατροί ανακοίνωσαν στον Αλέξη ότι η Λένα έπεσε σε κώμα,
...κι ο Αλέξης πόνεσε, φώναξε, οργίστηκε, χτύπησε με δύναμη τη γροθιά του στον τοίχο, έκλαψε γοερά, ευχήθηκε να ήταν αυτός στη θέση της...

***
-Σοφία, σήκω. Ο διοικητής μας στέλνει στο Παπαγεωργίου. Χθες βράδυ έγινε μια απόπειρα βιασμού ή δολοφονίας. Δεν έγινε γνωστό ακόμα. Πρέπει να δούμε αναλυτικά το πόρισμα του ιατροδικαστή. Απ' ό,τι πληροφορήθηκα, τα πράγματα είναι σοβαρά κι η γυναίκα έχει πέσει σε κώμα.
Τα λόγια του Φάνη τάραξαν τη Σοφία. Δεν άργησαν να φύγουν από τα γραφεία για να βρεθούν στο νοσοκομείο με τον Πέτρο κι έναν άλλο συνάδελφο, τον Κωστή που τελείωναν τη βάρδια τους.
-Τι συμβαίνει, παιδιά;
-Επιτέθηκαν σε μια κοπέλα χθες βράδυ στο Φιλίππειο. Μας κάλεσαν γύρω στις δυο τα ξημερώματα.
-Τι λένε οι γιατροί;
-Δύσκολα! Βρίσκεται σε κώμα.
Το πρόσωπο της Σοφίας συσπάστηκε. Ήταν φανερό πως είχε επηρεαστεί από την υπόθεση. Δεν είχε πάθει ακόμη ανοσία σε τέτοια περιστατικά.
-Ο ιατροδικαστής;
-Δεν υπάρχουν σημάδια βιασμού.
-Πώς βρέθηκε;
-Είναι πολύπλοκη η περίπτωση. Εμείς μιλήσαμε με τον άνδρα που ειδοποίησε το ασθενοφόρο αλλά δε βγάλαμε άκρη. Ισχυρίζεται πως είναι ο φίλος της και όλα ξεκίνησαν από έναν καβγά που είχαν. Καλύτερα να σας τα πει ο ίδιος.
-Γονείς; Συγγενείς;
-Μόνο γονείς. Ειδοποιήθηκαν. Συντετριμμένοι.

***
Αν κάποιος ζήσει ένα μεγάλο σοκ στη ζωή του, τότε μπορεί εύκολα να κατανοήσει πώς αισθάνθηκε η Σοφία εκείνο το πρωινό στο νοσοκομείο.
Η πόρτα του θαλάμου άνοιξε κι η Σοφία, αντικρίζοντας το χλωμό ταλαιπωρημένο του πρόσωπο, έκλεισε για λίγο τα μάτια και ευχήθηκε να βρίσκεται σε όνειρο. Όταν πάλι τα άνοιξε, τα βλέμματά τους συναντήθηκαν κι έγινε μια τεράστια μα μυστική έκρηξη αφού μονάχα οι δυο τους την ένιωσαν.
Η Σοφία προσποιήθηκε πως δεν τον γνώριζε. Το ίδιο και 'κείνος. Δεν είχε άλλη επιλογή. Άλλωστε εκτός από τον Φάνη, ήταν μπροστά και οι γονείς της Λένας που αγωνιούσαν για το παιδί τους. Δεν ήταν η κατάλληλη ώρα να λύσουν τα προσωπικά τους θέματα.
Ο Φάνης έκανε κάποιες διευκρινιστικές ερωτήσεις, ενώ η Σοφία παρέμενε αμίλητη. Της ήταν δύσκολο να συγκεντρωθεί. Η καρδιά της κόντευε να σπάσει, τα πόδια της ίσα που την κρατούσαν. Όμως, συνέχιζε να υποκρίνεται την ατάραχη επαγγελματία. Ακόμα και μπροστά σ' εκείνο το παρακλητικό βλέμμα του Αλέξη να τον συγχωρήσει, εκείνη πάλευε και άντεχε.
Όταν επέστρεψαν στο τμήμα, πήγε στο γραφείο του διοικητή και ζήτησε άδεια με την αιτιολογία ότι δεν αισθανόταν καλά. Ο διοικητής δεν το πολυσκέφτηκε. Γνώριζε πόσο εργατική ήταν η Σοφία. Δε θα ζητούσε ποτέ άδεια αν δεν υπήρχε σοβαρός λόγος.
-Φάνη, φεύγω. Ανάλαβε εσύ τις καταθέσεις.
-Πού πας;
-Σπίτι. Δεν αισθάνομαι πολύ καλά.
-Τι έπαθες; Όσο ήμαστε στο νοσοκομείο φαινόσουν μια χαρά.
«Φαινόμουν...».
-Μια ξαφνική αδιαθεσία. Δεν ξέρω τι.
-Θες να σε πάω σπίτι με το αμάξι;
-Όχι, όχι, ευχαριστώ. Μπορώ να οδηγήσω.
-Καλά. Όπως θες. Περαστικά.
-Ευχαριστώ. Γεια.
Καθ' όλη τη διαδρομή από τα μάτια της έτρεχαν ποτάμι τα δάκρυα. Δε μπορούσε να πιστέψει όσα είχαν συμβεί.
«Πώς μπόρεσες, Αλέξη να μου το κάνεις αυτό; Πώς μπόρεσες να με κοροϊδέψεις και να με κάνεις να σ' ερωτευτώ; Πώς;», σκεφτόταν.
Μπαίνοντας στο διαμέρισμά της κατέρρευσε. Τα γόνατά της λύγισαν, το σώμα της κουλουριάστηκε στο πάτωμα και 'κει, έτσι πεσμένη, έκλαψε όπως δεν είχε κλάψει ποτέ στη ζωή της.
Ο πόνος στην καρδιά ήταν αφόρητος. Οι λυγμοί έβγαιναν αβασάνιστα από μέσα της. Έσφιγγε τις γροθιές της μπήγοντας τα νύχια στο δέρμα της. Έμοιαζε ν' αυτοτιμωρείται που τον είχε πιστέψει.
-Πώς μπόρεσες; Πώς; έλεγε και ξανάλεγε.
Δεν βρήκε τη δύναμη να σηκωθεί από το πάτωμα. Έμεινε εκεί μέχρι να στερέψουν οι πηγές των δακρύων και ν' αποκοιμηθεί εξαντλημένη.
Ξύπνησε από το επίμονο κουδούνισμα στην πόρτα με το κεφάλι της βαρύ και το σώμα της καταπονημένο. Όταν συνήλθε και θυμήθηκε όσα είχαν γίνει, ο πόνος στην καρδιά της επέστρεψε το ίδιο δυνατός.
Σηκώθηκε και κοίταξε από το «ματάκι» της πόρτας.
Ήταν ο Αλέξης!

***
Η Σοφία δεν ήθελε ούτε να τον δει, ούτε να τον ακούσει. Ήταν αποφασισμένη να μην του ανοίξει. Εκείνος όμως, επέμενε.
-Σοφία, άνοιξε μου. Ξέρω ότι είσαι μέσα.
Συνέχιζε να χτυπά μια το κουδούνι και μια την πόρτα με βίαιο κι απειλητικό ρυθμό.
Δεν τον ένοιαζε αν θα ξεσήκωνε ολόκληρη την πολυκατοικία.
Τελικά, ανάγκασε τη Σοφία που δεν ήθελε να δίνει δικαιώματα στους γείτονες, να τον βάλει μέσα στο σπίτι της.
-Τι θέλεις;
-Σοφία, πρέπει να μιλήσουμε.
-Τι να πούμε, Αλέξη; Τα κατάλαβα όλα. Δεν χρειάζεται να μου εξηγήσεις τίποτα. Δε θέλω να μου εξηγήσεις. Το μόνο που θέλω είναι να φύγεις και να μην εμφανιστείς ποτέ ξανά μπροστά μου. Μ' ακούς;
-Αν δεν είχες φύγει από το τμήμα και άκουγες την κατάθεσή μου, ίσως μου έδινες μια δεύτερη ευκαιρία. Στο νοσοκομείο δε μπορούσα να μιλήσω. Όπως είδες, ήταν μπροστά οι γονείς της Λένας...
Η Σοφία ξέσπασε σε ειρωνικά γέλια.
-Και δεν ήθελες να δουν το πραγματικό σου πρόσωπο, ε; Χόμπι το 'χεις να κοροϊδεύεις τον κόσμο;
-Δεν κοροϊδεύω κανέναν. Με τη Λένα έχουμε τελειώσει.
-Ναι, ε; Αυτή το ξέρει;
-Επειδή της το είπα έγινε ό,τι έγινε.
-Αφού μας φλόμωσες και τις δυο στο ψέμα.
-Το μόνο ψέμα που σου είπα ήταν ότι θα έμενα χθες βράδυ σπίτι.
Τα μάτια της Σοφίας άνοιξαν διάπλατα από την έκπληξη.
-Α, δεν έχει όρια το θράσος σου, έτσι; Τ' ότι παρέλειψες να αναφερθείς στη σχέση σου μαζί της δεν λογαριάζεται ως ψέμα, σωστά;
-Το είπες και μόνη σου. Ήταν παράλειψη.
-Είσαι απίστευτος. Πραγματικά. Ντρέπομαι για όσα αισθάνθηκα. Ντρέπομαι πολύ. Και τώρα φύγε, σε παρακαλώ. Δεν έχουμε να πούμε τίποτα άλλο.
-Θα φύγω, Σοφία. Καταλαβαίνω ότι είσαι ταραγμένη και απογοητευμένη, όμως όταν ηρεμήσεις, ίσως τα δεις καθαρά τα πράγματα και με συγχωρήσεις. Ξέρω ότι έφταιξα. Ξέρω ότι τα 'κανα σκατά. Όμως ξέρω και κάτι ακόμη. Ότι είμαι πολύ ερωτευμένος μαζί σου και θα 'δινα τα πάντα για να 'μαστε ξανά μαζί. Για τη Λένα δεν ένιωθα εδώ κι αρκετό καιρό τίποτα. Απλά χρειαζόμουν χρόνο για να μπορέσω να της το πω. Δε σου κρύβω ότι στην αρχή προσπάθησα να καταπολεμήσω όσα αισθάνθηκα για σένα και να μείνω μαζί της, όμως κάτι τέτοιο ήταν πάνω από τις δυνάμεις μου. Ο λόγος που έκρυψα τη σχέση μου μαζί της ήταν ένας. Δεν ήθελα να σε χάσω. Λάθος μου, όμως αυτή είναι η αλήθεια είτε θες να το πιστέψεις είτε όχι. Θέλω να ξέρεις ότι σ' αγαπώ. Σ' αγαπώ, Σοφία!
Εκείνη, του είχε γυρίσει την πλάτη κι έκλαιγε σιωπηρά.
Τον άκουσε να φεύγει με βήματα βαριά. Όταν έκλεισε πίσω του την πόρτα, πήρε ένα μικρό διακοσμητικό βάζο στα χέρια της και το εκσφενδόνισε με δύναμη στο πάτωμα βγάζοντας μια κραυγή απελπισίας.
Συνέχιζε να πονά...

***
Την επόμενη μέρα, μετά από μια δύσκολη νύχτα με λίγο ύπνο μα πολύ κλάμα, ετοιμάστηκε να πάει στη δουλειά.
Βγαίνοντας από την πολυκατοικία σχεδόν συγκρούστηκε με τον Αλέξη που ερχόταν με φόρα κατά πάνω της. Αρχικά, τρόμαξε, στη συνέχεια, εξοργίστηκε με το θράσος του.
-Πάλι εσύ;
-Ήθελα να μάθω αν σκέφτηκες όλα όσα σου είπα χθες.
-Δεν χρειάζεται να σκεφτώ τίποτα, Αλέξη. Τελειώσαμε. Οπότε μην κάνεις τον κόπο να έρχεσαι μέχρι εδώ.
-Σοφία, σε παρακαλώ. Άκουσέ με.
-Δεν καταλαβαίνεις ότι δε βγαίνει τίποτα με τη συμπεριφορά σου αυτή; Ίσα ίσα που με θυμώνεις περισσότερο. Άφησέ με να ηρεμήσω επιτέλους. Να ξαναβρώ τον εαυτό μου.
-Θέλω να 'μαστε μαζί. Πες μου ότι το ίδιο ισχύει και για σένα. Δε μπορεί ν' άλλαξαν τα συναισθήματά σου από τη μια στιγμή στην άλλη.
-Ψέματα δεν έχω μάθει να λέω. Όσο για τα συναισθήματά μου, Αλέξη και βέβαια άλλαξαν αφού άλλαξες εσύ.
-Δεν άλλαξα.
-Ναι, έχεις δίκιο. Λανθασμένη επιλογή ρήματος. Αποκαλύφθηκες, έπρεπε να πω. Και τώρα, με συγχωρείς αλλά δεν έχω άλλο χρόνο. Πρέπει να πάω στο τμήμα. Κι εσύ όμως, πρέπει να πας στο νοσοκομείο. Η Λένα κι οι γονείς της σε χρειάζονται. Μην το ξεχνάς.
-Μην ανησυχείς! Δεν πρόκειται να εγκαταλείψω τη Λένα όσο βρίσκεται σ' αυτήν την κατάσταση, μα όταν συνέλθει όλα θα μπουν στη θέση τους.
Η Σοφία πλησίασε το αυτοκίνητο της και απενεργοποίησε το συναγερμό.
-Αντίο, Αλέξη!, του είπε ψυχρά ενώ τα μάτια της κρυμμένα πίσω από τα γυαλιά, είχαν βουρκώσει.
-Δεν τελειώσαμε, Σοφία!, της απάντησε εκείνος κι είχε μια σιγουριά στη φωνή του που έφτασε ως την ψυχή της.

***

-Πώς νιώθεις σήμερα, Σοφία; Καλύτερα; τη ρώτησε ο Φάνης.
Οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια της είχαν καλυφτεί με δυσκολία. Το ξενύχτι είχε αφήσει τα σημάδια του πάνω της. Γι' αυτό θεώρησε ανόητο ν' απαντήσει πως αισθανόταν υπέροχα.
-Πράγματι, φαίνεσαι κουρασμένη. Γιατί δεν παίρνεις καμιά βδομαδούλα άδεια; Θα σου κάνει καλό!
Η Σοφία χαμογέλασε πικρά. Δεν ήξερε ποιο ήταν το καλό γι' αυτή πια. Ξαφνικά η ζωή της είχε χάσει το νόημα της.
-Τι έγινε με τις καταθέσεις, Φάνη; Βγάλαμε κανένα συμπέρασμα;
-Παράξενη υπόθεση! Σχετικά με το δράστη... Ή είναι κάποιος που τριγυρνά στα δάση για να παίρνει μάτι τα ζευγαράκια που πηγαίνουν σε κάτι τέτοια απόμερα μέρη ή πρόκειται για κάποιον που παρακολουθούσε το συγκεκριμένο ζευγάρι και είχε βάλει στόχο την κοπέλα.
-Το δεύτερο μου ακούγεται απίθανο.
-Ίσως έχεις δίκιο, όμως ποτέ δε μπορείς ν' αποκλείσεις ένα σενάριο εάν δεν υπάρχουν στοιχεία. Και ξέρεις κάτι ακόμη, Σοφία; Κάτι που επίσης, με προβλημάτισε... Η κοπέλα βρέθηκε με σπασμένα τα πλευρά και το χέρι της από τη δεξιά μεριά του σώματος της. Αν θυμάσαι, το ίδιο έχει γραφτεί και στο φάκελο της άλλης υπόθεσης. Μου περνά από το μυαλό ότι μπορεί να 'ναι και το ίδιο άτομο. Αν δεν πρόκειται για σύμπτωση, λοιπόν, μπορεί αυτό ν' αποτελεί μια ένδειξη ότι ο δράστης αφοπλίζει τα θύματά του με μια συγκεκριμένη κίνηση. Ίσως κάποιας πολεμικής τέχνης.
Η Σοφία ανασήκωσε τους ώμους. Το μυαλό του Φάνη δούλευε πυρετωδώς. Το δικό της δεν είχε την ενέργεια που χρειαζόταν για να κινηθεί και είχε μείνει στάσιμο.
Βέβαια, μπορούσε να κρίνει όσα είχε ακούσει και μάλλον, τα έβρισκε υπερβολικά. Ίσως βόλευε να είναι το ίδιο άτομο ο δράστης και των δυο περιστατικών, όμως η Σοφία πίστευε πως δε θα τους γινόταν η χάρη να ξεμπερδέψουν δυο κουβάρια «σκοτώνοντας έναν Μινώταυρο».
Στην πραγματικότητα, η Σοφία δεν ήθελε ν' ανακατευτεί μ' αυτήν την νέα υπόθεση. Δεν ήθελε να μάθει πώς, πού , πότε, γιατί. Το μόνο που ήθελε ήταν να βυθιστεί στον πόνο της και να θρηνήσει την προδομένη της αγάπη.
Είχε κουραστεί απ' όλους και απ' όλα και χρειαζόταν ένα διάλειμμα... απ' όλους και απ' όλα!

***
Ο Αλέξης δεν έλεγε να την αφήσει σε ησυχία. Πετιόταν κάθε τρεις και λίγο μπροστά της παρακαλώντας τον να τον συγχωρήσει και να γίνουν πάλι όπως τον πρώτο καιρό. Η Σοφία από την άλλη, ήταν ανένδοτη. Το γυαλί είχε ραγίσει για εκείνη. Το μόνο που ζητούσε ήταν να σταματήσει να την ενοχλεί για να μπορέσει να μαζέψει τα κομμάτια της και να ξεκινήσει από την αρχή. Όπως είχαν τα πράγματα, κάτι τέτοιο ήταν ανέφικτο κι έτσι, το μυαλό της Σοφίας άρχισε να επεξεργάζεται την πρόταση του Φάνη για λίγες μέρες άδεια. Φοβόταν βέβαια, πως ο διοικητής ίσως να μην την ενέκρινε αφού είχε προκύψει αυτή η νέα υπόθεση, όμως εκείνη θέλησε να κάνει την προσπάθειά της και τελικά, βγήκε κερδισμένη.
-Θα σου το πρότεινα κι εγώ, Σοφία, της είπε ο διοικητής αφήνοντας την έκπληκτη.
-Πίστευα πως λόγω της νέας υπόθεσης...
-Πάντα θα υπάρχουν υποθέσεις, Σοφία, νέες και παλιές. Κι εμείς άνθρωποι είμαστε και δεν πρέπει να παραμελούμε τους εαυτούς μας. Χρειάζεσαι ξεκούραση. Φαντάζομαι πως ούτε κι εσύ θυμάσαι πότε πήρες τελευταία φορά άδεια για μια βδομάδα. Καλοκαιράκι είναι! Να ξεκουραστείς! Θα σου κάνει καλό. Άλλωστε, δεν είσαι μόνη στο εγκληματολογικό. Είναι κι ο Πέτρος, είναι κι ο Φάνης... Έμπειροι κι οι δυο, ώστε αν προκύψει κάτι να ξέρουν πώς να το χειριστούν. Ε, και στο κάτω κάτω, δε θα λείψεις για αιώνες βρε παιδί μου!
Ο διοικητής γέλασε, η Σοφία ψέλλισε «ευχαριστώ».
Αναρωτιόταν... αν γνώριζε ο διοικητής ότι αναμειγνυόταν κι εκείνη, έστω έμμεσα, στη νέα υπόθεση, θα την άφηνε να φύγει; Ο Αλέξης δεν έπρεπε να μαρτυρήσει τη σχέση τους. Αν, όμως τελικά το έκανε;

***
Μια ολόκληρη εβδομάδα μακριά από τη δουλειά...
Ο διοικητής της είχε δίκιο! Δε θυμόταν από πότε είχε να λείψει τόσον καιρό. Συνήθως πάντα κάτι καινούριο προέκυπτε κι η Σοφία ήθελε να είναι εκεί, να ελέγχει, να συντονίζει. Είχε μάθει όλα να περνάνε από τα χέρια της. Όταν αναλάμβανε μια υπόθεση, «δινόταν» σ' αυτήν με ψυχή και σώμα. Η δουλειά της την έκανε να ξεχνά τη μίζερη ζωή της μετά από τον χωρισμό της με τον Τάσο. Την βοηθούσε να νιώθει ζωντανή!
Μετά από τόσον καιρό, όμως, όταν ξαφνικά προσωπική ζωή και δουλειά συναντήθηκαν, τα δεδομένα έπρεπε ν' αλλάξουν. Η Σοφία κατέρρευσε. Χρειαζόταν επειγόντως ένα διάλειμμα.
Ποιο θα ήταν το ιδανικό μέρος για να μπορέσει ν' αναζωογονηθεί; Εφ' όσον το καλοκαίρι είχε φτάσει στα μέσα του, το προφανές ήταν η Σοφία να επιλέξει την ηρεμία της θάλασσας. Ή ίσως, τη δροσιά του ορεινού χωριού της...
Εκείνη δεν επιθυμούσε να βρεθεί σε κανένα από αυτά. Ακόμα κι όταν η κυρα- Ευτέρπη γκρίνιαζε πως έχει καιρό να επισκεφτεί το πατρικό της, η Σοφία ήταν αποφασισμένη να ταξιδέψει κάπου μακριά.
-Ε και που θα πας βρε κορίτσι μ'; Στη Γερμανία; ρώτησε αθώα αλλά με πικρία η μητέρα της στο τηλέφωνο.
Και στο μυαλό της Σοφίας άναψε τότε ένα λαμπάκι. Στον ξάδερφο της το Σώτο! Γιατί όχι; Της είχαν κάνει ανοικτή πρόσκληση τότε που συναντήθηκαν στο χωριό. Άλλωστε, η Σοφία δεν είχε επισκεφτεί ποτέ της το Βερολίνο. Ήταν ευκαιρία λοιπόν, να βρεθεί στην όμορφη γερμανική πρωτεύουσα και να έχει παρέα της ανθρώπους που συμπαθούσε πολύ.
-Μαμά, πες τη θεία Μαρίκα να σου δώσει το τηλέφωνο του Σώτου.

Διαβάστε το Απόσπασμα 11

 

Τελευταία τροποποίηση στιςΤετάρτη, 28 Αύγουστος 2013 11:01
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(5 ψήφοι)
Δήμητρα Χατζηεμμανουήλ

Η Δήμητρα Χ"Εμμανουήλ είναι καθηγήτρια φιλολογίας και της αρέσει να ταξιδεύει στον μαγευτικό κόσμο των βιβλίων, ενώ ασχολείται ερασιτεχνικά και με τη συγγραφή μυθιστορημάτων.

Έχει πτυχίο φιλολογίας από τη φιλοσοφική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.) και αναλαμβάνει ιδιαίτερα μαθήματα σε μαθητές Δημοτικού, Γυμνασίου και Λυκείου

email icon1 dixatzi@gmail.com 

Digibeauty.info