Ύποπτοι και Φίλοι - Απόσπασμα 13
- Γράφτηκε από την Δήμητρα Χατζηεμμανουήλ
- μέγεθος γραμματοσειράς μείωση του μεγέθους γραμματοσειράς αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
- Εκτύπωση
- Σχόλια:DISQUS_COMMENTS
Εκείνο το πρωινό στον προθάλαμο όπου βρισκόταν το δωμάτιο της Λένας, η Σοφία συνάντησε τον Αλέξη. Πριν ακόμα τον χαιρετήσει, εκείνος την ενημέρωσε πως ήταν μια νοσοκόμα στο δωμάτιο για να καθαρίσει τη Λένα κι έτσι, δε μπορούσε να μπει. Ήταν αμήχανη η στιγμή και για τους δυο. Βουβοί, στον ίδιο χώρο. Ο Αλέξης καθιστός με σκυμμένο το κεφάλι. Η Σοφία όρθια να διαβάζει δήθεν κάποιες ανακοινώσεις κολλημένες στον τοίχο. Η νοσοκόμα, που πρώτη φορά έβλεπε η Σοφία, βγήκε και έδωσε την άδεια στον Αλέξη να εισέλθει στο δωμάτιο. Εκείνος κοίταξε με τη σειρά του τη Σοφία και με το βλέμμα την παρακίνησε να μπει. Η Σοφία υπάκουσε. Μόνο για μια στιγμή κοντοστάθηκε. Τα βλέμματα τους για ακόμη μια φορά συναντήθηκαν. Μαρτυρούσαν μια μεταξύ τους μυστική συμφωνία. Σα να παραδέχονταν κι οι δυο πως ήταν καλύτερα έτσι...
Η Λένα φαινόταν καλύτερα από κάθε άλλη φορά εκείνη την ημέρα κι η Σοφία ήλπισε πως ίσως να έφευγε από το νοσοκομείο με τις πληροφορίες που χρειαζόταν.
-Πώς αισθάνεσαι;
-Καλά. Πολύ καλά.
-Το βλέπω. Το πρόσωπο σου λάμπει.
Η Λένα, έτσι όπως καθόταν στο κρεβάτι της, χαμήλωσε το κεφάλι ντροπαλά.
-Ο Αλέξης είναι εδώ.
-Ναι, τον είδα έξω.
-Είμαστε μαζί. Ξέρεις, ζευγάρι εννοώ. Δεν έχει άλλη.
Το γνωστό τσίμπημα στην καρδιά της Σοφίας.
-Γιατί να έχει άλλη; Φαίνεται πως σ' αγαπά πολύ.
-Ναι, μ' αγαπάει!
Ένας βαθύς αναστεναγμός βγήκε ακούσια από τα σωθικά της Σοφίας.
-Λοιπόν, ν' αρχίσουμε;
Η Λένα έμοιαζε ενθουσιασμένη.
-Θυμήθηκα. Θυμάμαι.
-Ευχάριστο αυτό. Τι θυμήθηκες;
-Αυτόν τον άνδρα. Τον ξέρω. Έχει όνομα.
Η Σοφία προσπάθησε να μη γελάσει για να μην την προσβάλει. Η Λένα είχε κάνει πρόοδο όσον αφορούσε την ομιλία, όμως συνέχιζε να προφέρει αργά τις λέξεις, χρησιμοποιούσε μικρές και κοφτές προτάσεις και πολλές φορές δυσκολευόταν να εκφράσει σωστά και κατανοητά αυτό που ήθελε να πει.
-Πώς τον λένε;
-Δημήτρη. Τον λένε έτσι.
Η Σοφία αισθάνθηκε ένα ρίγος σ' όλο της το κορμί.
-Είσαι σίγουρη;
-Ναι. Σίγουρη.
Η φωνή της ήταν σταθερή. Δεν άφηνε περιθώρια στη δυσπιστία της Σοφίας να εμφανιστεί.
-Πού τον γνώρισες;
-Εγώ, αυτόν; Δούλευα εκεί.
-Που; Πού δούλευες;
-Σε μαγαζί.
-Σε μπαρ;
-Ναι, μπαρ. Εκεί δούλευα.
Η Σοφία έμεινε για λίγο σιωπηλή και σκεπτική κι ύστερα, άνοιξε την τσάντα της κι άρχισε να ψάχνει χωρίς τελικά να βρει αυτό που αναζητούσε.
-Λένα, ξεκουράσου. Θα τα πούμε αύριο.
-Δημήτρη πάντως, την άκουσε η Σοφία να λέει λίγο πριν βγει από το δωμάτιο.
«Δημήτρη στην Ελλάδα, Τάκη στη Γερμανία», συμπλήρωσε εκείνη με τη σκέψη της.
Στον προθάλαμο συνάντησε τον Αλέξη που επέστρεφε από το κυλικείο κρατώντας ένα πλαστικό ποτήρι καφέ.
-Τελειώσατε;
-Ναι.
-Ωραία.
-Θύμισε μου κάτι. Τι δουλειά έκανε η Λένα;
-Διακοσμήτρια εσωτερικών χώρων. Σε μια εταιρία εργαζόταν που αναλάμβανε καφέ, μπαράκια. Τέτοια μαγαζιά.
-Μάλιστα. Ευχαριστώ. Γεια.
-Γεια, αποκρίθηκε ο Αλέξης σηκώνοντας τους ώμους αδιάφορα.
***
Η Σοφία σκεφτόταν πως τα πράγματα είχαν μπλεχτεί αλλά και ξεμπλεχτεί ταυτόχρονα. Τα νέα δεδομένα επιβεβαίωναν τους φόβους της αλλά παράλληλα την εξέπλητταν.
Μια σκέψη περνούσε από το μυαλό της και την τριβέλιζε.
Μήπως τελικά η γνωριμία και η σχέση της με τον Αλέξη ήταν ένα σχέδιο της μοίρας για να αποκαλυφθούν όλα;
***
Τα βήματα που ακολούθησε η Σοφία ήταν γρήγορα μα σταθερά.
Την επόμενη κιόλας ημέρα βρισκόταν στο δωμάτιο της Λένας κρατώντας μια φωτογραφία.
-Πες μου, Λένα. Αυτόν που σου δείχνω στην φωτογραφία, τον γνωρίζεις;
Το πρόσωπο της νεαρής γυναίκας σκοτείνιασε όταν αντίκρισε τον άνδρα στη φωτογραφία.
-Αυτός. Αυτός. Αυτός, άρχισε να φωνάζει.
-Λένα, ηρέμησε, σε παρακαλώ και απάντησε με ψυχραιμία στην ερώτηση μου. Τον άνθρωπο που σου δείχνω, τον γνωρίζεις;
-Ναι.
-Είναι ο Δημήτρης;
-Ναι. Αυτός.
-Είναι ο άνθρωπος που σου επιτέθηκε.
-Επιτέθηκε. Ναι.
-Είσαι σίγουρη γι' αυτό; Πρέπει να είσαι προσεκτική. Λοιπόν;
-Ναι, λέω. Αυτός. Δημήτρης. Εγώ δούλευα εκεί. Εκείνος φίλος με αφεντικό. Ερχόταν μαγαζί. Ήθελε το νούμερο. Ξέρεις, στο τηλέφωνο μου.
-Σε φλέρταρε;
-Ναι, ήθελε το νούμερό μου. Εγώ είπα είμαι ζευγάρι με τον Αλέξη. Εκείνος είπε δεν πειράζει.
-Ήταν πιεστικός δηλαδή;
-Ουου, πολύ. Κάθε μέρα ερχόταν εκεί. Κάθε μέρα το νούμερό μου. Να κάνουμε παρέα. Εγώ έχω Αλέξη, εκείνος δεν πειράζει. Μετά, επιτέθηκε. Δεν ξέρω γιατί.
Η Σοφία όμως, ήξερε...
***
Η πόρνη που είχε τύχει να δει το δολοφόνο της Άννας το βράδυ του εγκλήματος ήταν συνεπής στο ραντεβού της με τη Σοφία.
-Μπορεί να είναι αυτός ο άνδρας που είδατε; τη ρωτούσε δείχνοντας της τη φωτογραφία που είχε δείξει και στη Λένα λίγες ώρες πριν.
-Τι να σου πω, κορίτσι μου; Εκατό τοις εκατό δε μπορώ να 'μαι σίγουρη και να πάρω στο λαιμό μου έναν άνθρωπο γιατί εγώ τον είδα από πίσω κι ήταν και νύχτα. Πάντως, δε θα πω ψέματα, έτσι όπως φαίνεται σ' αυτή τη φωτογραφία, μοιάζει. Τι να πω; Μπορεί, μπορεί να 'ναι αυτός. Για να με κάλεσες εδώ σημαίνει είναι ύποπτος. Μπορεί. Μπορεί. Μοιάζει έτσι που τον βλέπω.
Για την ώρα, της Σοφίας της έφτανε που δεν τον είχε απορρίψει η μοναδική μάρτυρας...
***
Τα πράγματα πια στο μυαλό της Σοφίας είχαν μπει στη θέση τους. Ήταν καιρός πια να τακτοποιηθούν και στην πραγματικότητα.
Η Σοφία πριν προχωρήσει στη σύλληψη του δράστη, θέλησε να μιλήσει μ' ένα άτομο ακόμη. Τη Μαρίνα! Δεν άργησε να της τηλεφωνήσει.
-Ο Σπύρος κρίθηκε ένοχος. Σε λίγο καιρό θα γίνει το δικαστήριο και θα πρέπει να παραβρεθείς, όπως καταλαβαίνεις. Είσαι βασική μάρτυς.
Στην άλλη γραμμή έπεσε σιωπή.
-Μαρίνα, μ' ακούς;
-Σας ακούω.
-Ωραία. Θα ειδοποιηθείς όταν...
-Συγγνώμη, πρέπει να σας μιλήσω...
Η Μαρίνα κατέφτασε στο τμήμα γεμάτη άγχος και αγωνία.
Το πρώτο που είπε στη Σοφία αντικρίζοντάς την ήταν πως ο Σπύρος ήταν αθώος.
Η Σοφία δεν αισθάνθηκε την παραμικρή έκπληξη. Αντιθέτως, έδωσε συγχαρητήρια σιωπηλά στον εαυτό της αφού είχε χρησιμοποιήσει υπέρ της το ψυχολογικό «τρικ».
Η Μαρίνα έδειχνε αποφασισμένη να μιλήσει για όλα κι η Σοφία ήταν αναγκασμένη να τα ακούσει μέσα από τους λυγμούς της.
-Είχαμε βγει με τα κορίτσια από τη σχολή ένα βράδυ. Είχαμε πάει σ' ένα κλαμπ. Εκεί μας πλησίασε μια παρέα αγοριών. Ήταν πέντε, αν θυμάμαι καλά. Ανάμεσά τους ο Σπύρος. Μου άρεσε από την πρώτη στιγμή. Δεν έπρεπε, ήταν λάθος , το ξέρω. Εκείνος γούσταρε την Άννα. Όπως όλοι, άλλωστε. Γιατί ήταν κούκλα. Ναι, ήταν πολύ όμορφη, το παραδέχομαι. Ζηλεύω αλλά το παραδέχομαι. Εγώ δεν έπιανα μία μπροστά της. Έκαναν φάση μπροστά στα μάτια μου. Τα πήρα. Δεν ήμουν όμως, η μόνη. Κι ένα άλλο παιδί από την παρέα, ο Δημήτρης , φλέρταρε την Άννα όλο το βράδυ αλλά εκείνη έδειξε από την αρχή την προτίμησή της στο Σπύρο. Για ένα διάστημα, βγαίναμε τετράδα. Οι δυο ερωτευμένοι κι οι δυο πικραμένοι. Μέχρι και το ζευγάρι προσποιηθήκαμε με τον Δημήτρη μήπως και τους κάνουμε να ζηλέψουν. Τίποτα! Συχνά βρισκόμασταν με τον Δημήτρη και μοιραζόμασταν τον πόνο μας. Κάποια στιγμή ήρθαμε κοντά. Άρχισα να τον θέλω. Νόμιζα πως μου πέρασε η τρέλα με το Σπύρο. Κατάλαβα πως ήταν πείσμα και πληγωμένος εγωισμός που επέλεξε την Άννα αντί για μένα. Άλλωστε ο Δημήτρης ήταν πολύ πιο ωραίος από εμφάνιση. Απλώς, ο Σπύρος ήταν μαγκάκι. Έβγαζε αυτήν την γοητευτική αλητεία που αρέσει στις γυναίκες. Τελικά, κόλλησα με τον Δημήτρη. Ήλπιζα να νιώθει και 'κεινος κάτι για μένα αλλά δεν πρόλαβα να το μάθω. Εκεί που όλα πήγαιναν να πάρουν σιγά σιγά το δρόμο τους, δεν ξέρω πως και τι, χωρίζει η Άννα με το Σπύρο και βρίσκεται ο Δημήτρης να την παρηγορεί. Κάνουν σχέση. Εκεί τη μίσησα. Όλα για την πάρτη της.
Δεν τα είχαν πάνω από μήνα. Ο Δημήτρης κολλημένος πάνω της. Τρελός από έρωτα.
Στα καλά καθούμενα του ζητάει να χωρίσουν. Η δικαιολογία της ήταν πως δεν ξεπέρασε το Σπύρο και πως δεν ήθελε να κοροϊδέψει τον Δημήτρη αλλά δεν ένιωθε τίποτα γι' αυτόν. Από εκεί άρχισαν όλα.
-Εκεί τελείωσαν όλα, θες να πεις.
Η Μαρίνα κούνησε καταφατικά το κεφάλι.
-Ο Δημήτρης δολοφόνησε την Άννα;
Το κορίτσι είχε καρφώσει το βλέμμα στο πάτωμα. Η Σοφία δεν έβλεπε τα κατακόκκινα μάτια της, μονάχα τις σταγόνες των δακρύων που έπεφταν βροχή.
-Μαρίνα, ο Δημήτρης δολοφόνησε την Άννα;
Εκείνη έγνεψε με το κεφάλι «ναι» γι' ακόμη μια φορά.
-Κι εσύ;
Η Μαρίνα την κοίταξε τρομαγμένα.
-Εγώ; Εγώ μόνο τον κάλυψα.
Στη συνέχεια, αποκάλυψε πως ο Δημήτρης της εκμυστηρεύτηκε την πράξη του κλαίγοντας. Της είπε πως είχε μετανιώσει για όσα έκανε, όμως ήταν θολωμένος. Της ζήτησε να τον βοηθήσει κι έτσι, σκέφτηκαν να ρίξουν τις υποψίες στο Σπύρο που αργά ή γρήγορα θα έμπαινε φυλακή αφού έκλεβε αυτοκίνητα και τα πουλούσε στη χώρα του και σ' άλλες γειτονικές γι' ανταλλακτικά. Εκείνη στην αρχή θεώρησε πως έτσι θα έπαιρνε την εκδίκησή της αφού ο Σπύρος όταν του αποκάλυψε τον έρωτά της, την ταπείνωσε με τον χειρότερο και πιο εξευτελιστικό τρόπο. Μετά, όμως, όταν ξεκίνησαν οι ανακρίσεις και τα πράγματα άρχισαν να μπερδεύονται, η Μαρίνα λύγισε κι ήταν έτοιμη ν' αποκαλύψει την αλήθεια. Τότε, όμως ο Δημήτρης άλλαξε πρόσωπο, την απείλησε με μαχαίρι κι η Μαρίνα τρομοκρατήθηκε και αναγκάστηκε να μείνει πιστή στο αρχικό σχέδιο.
Όταν, όμως, της τηλεφώνησε η Σοφία, συνειδητοποίησε πως ο δικός της ο φόβος θα έκλεινε έναν αθώο στη φυλακή κι αυτό δε θα μπορούσε να το συγχωρήσει ποτέ στον εαυτό της. Αυτές οι σκέψεις την είχαν οδηγήσει στο τμήμα και δήλωνε σίγουρη πως είχε επιλέξει το σωστό. Όποιες κι αν ήταν οι συνέπειες...
Τώρα πια η Σοφία, μετά από αυτές τις καταιγιστικές εξελίξεις, έπρεπε να προχωρήσει στο τελευταίο στάδιο... για να επέλθει η κάθαρση!
***
Ο Φάνης από τη μια έδειχνε να τη θαυμάζει, από την άλλη να ζηλεύει που δεν είχε καταφέρει εκείνος να ξεσκεπάσει το δολοφόνο. Ο διοικητής ήταν περήφανος για τη Σοφία, το ίδιο και ο Πέτρος. Όλο το τμήμα της έδινε συγχαρητήρια. Η Σοφία τα δεχόταν αδιάφορα. Δεν είχε αισθανθεί την παραμικρή ικανοποίηση. Αντιθέτως, ένιωθε έντονη την αγωνία που θα συναντούσε για πρώτη φορά το Δημήτρη με τη νέα του ταυτότητα, με το καινούριο του πρόσωπο!
Εκείνος ήταν ήδη στο θάλαμο των ανακρίσεων και την περίμενε. Φαινόταν ήρεμος, πράγμα που έκανε τη Σοφία ν' ανατριχιάσει. Ο Φάνης της είχε προτείνει να τη βοηθήσει, αλλά εκείνη είχε αποφασίσει να το χειριστεί μόνη.
Ο Δημήτρης όταν την είδε, χαμογέλασε κάνοντας τη Σοφία ν' αναρωτηθεί αν είχε συνειδητοποιήσει τι συνέβαινε.
-Είσαι καλά; τον ρώτησε και την ίδια στιγμή το μετάνιωσε. Γιατί την ένοιαζε αν ήταν καλά; Είχε έναν δολοφόνο μπροστά της. Πώς μπορούσε να το ξεχνά συνεχώς; Γιατί στο μυαλό της είχε κολλήσει η εικόνα του πληγωμένου Τάκη έτσι όπως την είχε πλάσει με τη διήγηση της Αμαλίας κι όχι αυτή του Δημήτρη, του αδίστακτου κακοποιού που με τα χέρια του σκότωσε ένα εικοσάχρονο κορίτσι και του αφαίρεσε τα μάτια για λάφυρο;
-Σας περίμενα, αποκρίθηκε κι η Σοφία τα 'χασε για λίγο.
Την κοιτούσε, τον κοιτούσε κι ήταν σαν να διάβαζαν ο ένας την ψυχή του άλλου.
-Ομολογείς;
-Ομολογώ.
Ο Δημήτρης περιέγραψε τον έρωτα του για την Αννέτα με τόσο πάθος, τόση ζωντάνια κι η Σοφία καθ' όλη τη διάρκεια της διήγησης του ένιωθε την καρδιά της μαγκωμένη. Η ιστορία αυτή έκρυβε ρομαντισμό και πόνο, αλλά το να την ακούς από τον πρωταγωνιστή, ήταν δυνατό να σε τσακίσει.
-... Κι ύστερα, για να ξεφύγω απ' όλα αυτά, ήρθα στη Θεσσαλονίκη. Με φιλοξένησε η θεία μου, που είναι υγιέστατη, του ξέφυγε ένα μικρό γελάκι θυμούμενος το ψέμα στο νοσοκομείο.
-Και μετά; Γνώρισες την Άννα;
-Όχι αμέσως. Πέρασε καιρός. Και 'κει που νόμιζα πως είχα αρχίσει να το ξεπερνάω φτιάχνοντας από το μηδέν τη ζωή μου, συνάντησα την Άννα σ' ένα κλαμπ. Μόλις την είδα, τα έχασα! Ξέρω πως είναι δύσκολο να με πιστέψετε, όμως έμοιαζε καταπληκτικά με την Αννέτα.
Η Σοφία δεν αμφέβαλε πως της έλεγε αλήθεια. Η φωτογραφία με το ζευγάρι που της είχε δείξει η Αμαλία ήταν καρφωμένη στην οθόνη του μυαλού της.
-Τρελάθηκα! Γεννήθηκε μέσα μου ξανά ο έρωτας. Νόμιζα πως αν αποκτούσα την Άννα , θα είχα πάλι την Αννέτα. Φάνηκε πως υποσυνείδητα ήθελα να συνεχίσω την ιστορία από εκεί που είχε διακοπεί τόσο απότομα κι όχι απλά να την ξεπεράσω. Ονειρευόμουν να κάνω μια νέα αρχή με μια νέα Αννέτα που δε θα γνώριζε για το πρόβλημα με τα μάτια μου. Δυστυχώς, όμως, μπορεί να έμοιαζαν στην εμφάνιση, αλλά καθόλου στο χαρακτήρα. Η Άννα ήταν ατίθαση, εγωίστρια, τα ήθελε όλα δικά της. Όταν την χόρτασε ο Σπύρος και την παράτησε, στράφηκε σε μένα μόνο και μόνο για να τον εκδικηθεί. Μου 'παιζε την ερωτευμένη και μια μέρα, όταν βαρέθηκε να υποκρίνεται, μου πέταξε ένα ξερό «χωρίζουμε» και γύρισε τον κόσμο μου ανάποδα. Δεν είχα αντοχές να ξαναζήσω την ίδια απόρριψη. Αναβίωσαν μέσα μου όλα εκείνα τα άσχημα συναισθήματα και το μυαλό μου άρχισε να παίρνει παράξενες στροφές. Της έκλεισα ραντεβού με τα χίλια ζόρια για να μιλήσουμε από κοντά μήπως και τη μεταπείσω. Δεν είμαι σίγουρος αν πραγματικά αυτός ήταν ο σκοπός μου. Ίσως ο εαυτός μου είχε προσχεδιάσει το φόνο, πριν καλά καλά εγώ τον σκεφτώ. Κι αυτό το λέω γιατί δεν έκανα ιδιαίτερη προσπάθεια να την πείσω να τα ξαναβρούμε. Με την πρώτη άρνηση, με τα πρώτα ξινισμένα μούτρα, φούντωσε μέσα μου η οργή. Λυπάμαι, όμως η Άννα εισέπραξε τη βιαιότητα μου σε διπλάσιο βαθμό. Της έκανα ό,τι ήθελα να κάνω στην ίδια αλλά κυρίως στην Αννέτα και το 'χα καταχωνιάσει μέσα μου τόσον καιρό.
Οι λέξεις έβγαιναν ψύχραιμες από τα χείλη του, όμως κουβαλούσαν ένα κρυφό φορτίο που άγγιζε την ψυχή της Σοφίας κι ας είχε ανατριχιάσει ολόκληρη.
-Τα μάτια; βρήκε δύναμη να ρωτήσει σχεδόν δειλά.
-Τα μάτια της τα έβγαλα με τα ίδια μου τα χέρια αφού ξεψύχησε στην αγκαλιά μου. Ήταν για μένα μια πράξη λύτρωσης. Ένιωθα σα να νικούσα την αρρώστια. Αποδείκνυα εκείνη την ώρα πως ήμουν πιο δυνατός από αυτή. Σα να ξερίζωνα το κακό από τα δικά μου μάτια, σα να 'παιρνα εκδίκηση από τα μάτια της Αννέτας.
Φυσικά και δεν τα κράτησα ως λάφυρο, όπως φαντάζεστε ότι θα ταίριαζε σ' έναν ψυχοπαθή δολοφόνο. Τα έθαψα λίγο πιο πέρα θάβοντας μαζί τους όλη τη σαπίλα της ψυχής.
-Πώς αισθανόσουν μετά από όλα αυτά;
-Μπερδεμένος! Εκεί που έκλαιγα, πονούσα, καταριόμουν, συλλαβίζοντας τη λέξη «δικαιοσύνη» ηρεμούσα. Έλεγα στον εαυτό μου «σε πρόδωσαν, σ' έλιωσαν χωρίς δισταγμό, μόνο εσύ αξίζει να πονάς;». Έπρεπε με κάποιο τρόπο να πονέσουν κι αυτές.
-Κι η Λένα;
-Α, η Λένα! Η Λένα ήταν το άλλοθι μου. Ένα άλλοθι για τον ίδιο μου τον εαυτό. Τη γνώρισα στο μπαρ ενός φίλου ως διακοσμήτρια. Μου άρεσε από την πρώτη στιγμή ως γυναίκα. Μου άρεσε πιο πολύ γιατί ήταν εντελώς διαφορετική από τις άλλες. Είχε έναν αέρα που σε καθήλωνε και 'γω είχα την ανάγκη να με συνεπάρει. Γνωριστήκαμε, συμπαθήσαμε ο ένας τον άλλον, αρχίσαμε να μιλάμε. Τέλος πάντων, ήρθαμε κοντά. Και μετά από λίγο καιρό, δώσαμε το πρώτο μας φιλί!
Η Σοφία έπιασε τον εαυτό της να παρακολουθεί την αφήγηση του Δημήτρη με περισσότερο ενδιαφέρον.
-Φιλί; ρώτησε προσπαθώντας να ελέγξει την έκπληξή της ώστε να μην κινήσει τις υποψίες του νεαρού.
-Φιλί, έντονο και παθιασμένο που επιβεβαίωνε την αμοιβαία έλξη. Όταν χωριστήκαμε εκείνο το βράδυ, εγώ έπλεα σε πελάγη ευτυχίας. Νόμισα πως βρήκα την ιδανική γυναίκα να με ξεκολλήσει από το παρελθόν. Όμως, ατύχησα γι' ακόμη μια φορά. Την επόμενη μέρα πήγα να τη βρω και το Λενάκι μ' αντιμετώπισε σα να 'μουν ένας ξένος. Άρχισε να λέει πως ήταν λάθος ό,τι συνέβη μεταξύ μας, πως την παρέσυρα και πως είχε καιρό σχέση μ' έναν Αλέξη που τον αγαπούσε και δεν ήθελε με τίποτα να χωρίσει μαζί του. Ε, αυτό δεν το καταλαβαίνω με τις γυναίκες. Απαιτούν τη μονογαμία από τους άνδρες σαν τρελές αλλά μόλις κάνουν αυτές το λάθος, αρχίζουν τις δικαιολογίες πως τις παρέσυραν, πως τις παγίδευσαν και άλλα τέτοια. Καμιά δεν έχει τα κότσια να παραδεχτεί πως γούσταρα και το έκανα. Δε με πίεσε κανείς. Και οι μπούρδες ότι οι γυναίκες είναι πιστές ενώ οι άνδρες όχι πρέπει να κοπούν. Αννέτα, Άννα, Λένα! Με τρεις γυναίκες κόλλησα κι οι τρεις με πρόδωσαν. Η καθεμιά με τον τρόπο της.
Ο Δημήτρης φάνηκε εκνευρισμένος. Η Σοφία τον επανέφερε υπενθυμίζοντας του πως δε βρίσκονταν εκεί για ν' αναλύσουν τις θεωρίες τους περί της διαφορετικότητας των δυο φύλων.
-Κι εν πάση περιπτώσει, εγώ πιστεύω πως έχει να κάνει με τον κάθε άνθρωπο, του είπε στο τέλος έχοντας στο μυαλό της τη δική της σχέση με τον Αλέξη. Λοιπόν, τι συνέβη με σένα και τη Λένα στη συνέχεια;
-Δεν το άφησα έτσι. Την κυνήγησα. Εκείνη επέμενε πως δεν ήταν σωστό μέχρι που δόθηκε και το δεύτερο φιλί.
-Α, και δεύτερο; ψέλλισε η Σοφία και την ίδια στιγμή ευχήθηκε να μην το πρόσεξε ο Δημήτρης.
-Ε, μετά, αφού πείστηκα πως με ήθελε και δε μπορούσε να μου αντισταθεί, αποφάσισα να μην τα παρατήσω. Εκείνη ισχυριζόταν πως το 'χε μετανιώσει. Τη μια μ' έδιωχνε με βρισιές, την άλλη με παρακαλετά. Χάθηκα για λίγο καιρό από τη ζωή της για να ηρεμήσει και να σκεφτεί. Δεν την άφησα όμως, από τα μάτια μου. Την παρακολουθούσα. Δούλευα στο μπαρ ως τα ξημερώματα κι όταν σχολνούσα, δεν πήγαινα σπίτι για να κοιμηθώ. Περίμενα στ' αμάξι μέχρι να τη δω να βγαίνει από την πολυκατοικία της. Έγινε η εμμονή μου και μου άρεσε. Στην αρχή τουλάχιστον... που δεν συναντιόταν με τον τύπο συχνά. Μετά όμως, αφού τελείωσε τη δουλειά στο μπαρ του φίλου μου, όλο και πιο συχνές έγιναν οι επισκέψεις της στο σπίτι αυτού του Αλέξη. Μέχρι και ταξιδάκι πήγανε, μάλλον για να θολώσει τα νερά. Περίμενα παρκαρισμένος στη γειτονιά της ολόκληρο Σαββατοκύριακο. Με τρέλανε η ζήλια. Όταν επέστρεψε, δεν άντεξα. Ανέβηκα στο διαμέρισμά της κι έγινε χαμός. Τα σημάδια αλλαγής πάνω της ήταν εμφανή. Είχε περάσει τέλεια με τον Αλέξη της και είχε σιγουρευτεί για τα συναισθήματά της, όπως είπε. Εγώ γι' ακόμη μια φορά γινόμουν παιχνιδάκι μιας γυναίκας. Μετά από αυτό, εξαφανίστηκα από τη ζωή της. Προσωρινά βέβαια, αφού είχα ορκιστεί εκδίκηση. Ναι, το ορκίστηκα στον εαυτό μου πως δε θα επέτρεπα σε καμία άλλη γυναίκα να με ταπεινώσει. Η Λένα το έκανε κι έπρεπε να τιμωρηθεί γι' αυτό. Περίμενα λοιπόν, την κατάλληλη ευκαιρία για να πάρω το αίμα μου πίσω!
Η Σοφία προσπάθησε να κοντρολάρει το δεξί της πόδι που έτρεμε κάτω από το τραπέζι. Η ιδέα πως ο Δημήτρης ίσως είχε παρακολουθήσει και τον Αλέξη και την είχε δει μαζί του, την τρομοκρατούσε. Εκείνος, όμως δεν είχε δείξει να γνωρίζει τη σχέση τους.
-Ένα βράδυ που είχα ρεπό σκέφτηκα να περάσω μια βόλτα από τα μέρη της μήπως και την πετύχω. Στάθηκα τυχερός!, σχολίασε μ' ένα ειρωνικό γελάκι και συνέχισε: Ο καλός της είχε έρθει να την πάρει και 'κεινη, γαμώ το , ήταν πανέμορφη!
Τα γνωστά τσιμπήματα στην καρδιά της Σοφίας έκαναν την επανεμφάνισή τους.
-Και μετά; ρώτησε νευρικά.
-Τους ακολούθησα. Πήγαν στο Φιλίππειο για φαγητό και στο γυρισμό σταμάτησαν στο δάσος. Ο λόγος βέβαια, ήταν αρκετός για να μου θολώσει το μυαλό. Ήμουν αποφασισμένος! Θα τους σκότωνα και τους δύο. Δεν ξέρω τι μεσολάβησε. Μάλλον μαλώσανε και 'κεινος σηκώθηκε κι έφυγε κάνοντας την αποστολή μου ευκολότερη. Τελικά δεν πρόλαβα να την ολοκληρώσω γιατί φαίνεται πως το μετάνιωσε ο κύριος και επέστρεψε για να την παραλάβει. Εγώ βέβαια, είχα κανονίσει να μην τη βρει όπως την άφησε. Πίστεψα πως τα χτυπήματα στο κεφάλι ήταν πολλά και δυνατά ώστε να μην ξυπνήσει ποτέ η Λένα αλλά όπως φάνηκε, υπολόγισα λάθος. Καλά να πάθω!
-Μετανιώνεις, Δημήτρη για όσα έκανες;
Έμεινε για λίγο σιωπηλός σα να σκεφτόταν την απάντησή του, όμως όταν μίλησε, η σιγουριά στη φωνή του ήταν αναμφισβήτητη.
-Δε μετανιώνω! Λυπάμαι, αλλά δε μετανιώνω.
***
Τελικά για όλα υπάρχει μια εξήγηση!
Μπορεί βέβαια να είναι ακατάληπτη από τον ανθρώπινο νου αλλά αυτό δεν αναιρεί την ύπαρξη της.
Έτσι απλά και φιλικά, σα να μην επρόκειτο για εγκληματικές πράξεις, ο Δημήτρης εξήγησε στη Σοφία αυτό το «γιατί» που την βασάνιζε τόσον καιρό.
Τα πράγματα από 'κει και πέρα πήραν το δρόμο που τους ταίριαζε.
Ο Δημήτρης καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Στο δικαστήριο ήταν παρούσα κι η Σοφία. Τον παρατηρούσε καθ' όλη τη διάρκεια της δίκης. Ήταν ευδιάθετος και χαμογελαστός. Μετά την ανακοίνωση της απόφασης, όταν έτυχε να περνά από μπροστά της φορώντας χειροπέδες και με τη συνοδεία δυο συναδέλφων της, ο Δημήτρης κοντοστάθηκε και της είπε θερμά «ευχαριστώ για όλα». Κι η Σοφία απόρησε. Για μια στιγμή αισθάνθηκε ένοχη. Όταν επανήλθε, έμεινε ν' αναρωτιέται. Για ποιο λόγο αυτός ο άνθρωπος την ευχαριστούσε; Πού έβρισκε τη δύναμη να ευχαριστήσει εκείνη που τον είχε ξεσκεπάσει και τον είχε οδηγήσει στη φυλακή;
Βαθιά μέσα της μια φωνή της υπενθύμιζε πως ο Δημήτρης ήταν μια βασανισμένη, πληγωμένη ψυχή. Είχε ανάγκη να τον ακούσει κάποιος και να τον κατανοήσει. Αυτό ακριβώς έκανε η Σοφία. Άθελα της, βέβαια, αλλά το έκανε! Κι αυτό ήταν που μετρούσε!
Την ίδια μέρα στο δικαστήριο, η Σοφία συνάντησε κι άλλα γνώριμα πρόσωπα. Η Μαρίνα , που τελικά αθωώθηκε, ήταν εκεί φανερά καταβεβλημένη. Ήταν η Λένα που είχε κάνει μεγάλη πρόοδο στην ομιλία κι ήταν κι ο Αλέξης, δίπλα της, να της κρατά το χέρι. Φαινόταν να τα ξαναβρήκαν! Η Σοφία έπειθε μ' επιτυχία τον εαυτό της πως αδιαφορούσε για το συγκεκριμένο θέμα. Στο πίσω μέρος του μυαλού της την παρηγορούσε η σκέψη πως ο Αλέξης είχε μείνει με τη Λένα από τύψεις κι όχι επειδή την αγαπούσε αληθινά.
Όταν η Λένα την χαιρέτισε, μ' εκείνον αντάλλαξε μια αυστηρή ματιά. Αυτή ήταν η τελευταία τους επικοινωνία... Ένα θυμωμένο βλέμμα, μια κόκκινη γραμμή για τη διαγραφή του παρελθόντος. Δυο νοητά λόγια: «προσπάθησα» από τον έναν, «με πρόδωσες» από την άλλη. Αυτά μόνο και τίποτα άλλο!
Κι η ζωή συνεχίζεται...
***
Η Σοφία αφού έκλεισε κι αυτήν την υπόθεση, άλλαξε σελίδα. Αποχαιρέτισε το Φάνη ο οποίος επέστρεψε στην Αθήνα και δέχτηκε την πρόταση του Πέτρου να γνωρίσει έναν ξάδερφο της Μάνιας.
-Είμαι σίγουρος πως θα ταιριάξετε.
-Τι μας λες; Και πού το βασίζεις αυτό;
-Ε, ξέρω τι σου λέω. Σας έχω ψυχολογήσει. Είμαι καλός στα προξενιά. Έχω ταιριάξει πολλά ζευγάρια. Θα το διαπιστώσεις και μόνη σου.
-Άντε να δούμε...
Το ίδιο βράδυ, στο εστιατόριο όπου είχαν ραντεβού «στα τυφλά», η Σοφία παραδέχτηκε με την πρώτη ματιά πως ο ξάδερφος από εμφάνιση έσκιζε! Όταν τον πλησίασε, εκείνος προθυμοποιήθηκε να της συστηθεί. Σηκώθηκε από την καρέκλα του και με τη γοητευτική χροιά της φωνής του πρόφερε:
-Σοφία, είμαι ο Αλέξης!
Η Σοφία χαμογέλασε γλυκά σα να 'χε δαγκώσει το αγαπημένο της σοκολατάκι.
«Ο σωστός αυτή τη φορά, ελπίζω», σκέφτηκε.
*** ΤΕΛΟΣ ***

Δήμητρα Χατζηεμμανουήλ
Η Δήμητρα Χ"Εμμανουήλ είναι καθηγήτρια φιλολογίας και της αρέσει να ταξιδεύει στον μαγευτικό κόσμο των βιβλίων, ενώ ασχολείται ερασιτεχνικά και με τη συγγραφή μυθιστορημάτων.
Έχει πτυχίο φιλολογίας από τη φιλοσοφική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.) και αναλαμβάνει ιδιαίτερα μαθήματα σε μαθητές Δημοτικού, Γυμνασίου και Λυκείου